Skip to main content.
16/11/2008

ΠΟΙΑ ΕΞΟΔΟΣ; ΑΠΟ ΠΟΙΑ ΚΡΙΣΗ; ΜΕ ΠΟΙΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ; || άρθρο του Γιάννη Δραγασάκη στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»

Μεγάλη σύγχυση έχει προκαλέσει στην κοινωνία η ανεύθυνη στάση κυβέρνησης και Τραπεζιτών, που, αντί να ενημερώνουν για την αληθινή κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, επιδίδονται σʼ ένα ανούσιο παιχνίδι εντυπώσεων.

Η πραγματικότητα βεβαίως, και διεθνώς και στη χώρα μας, είναι ότι η κρίση του χρηματοπιστωτικού τομέα ούτε έχει λήξει ούτε έχει τιθασευτεί.

Αντίθετα, δεν αποκλείονται και νέοι παροξυσμοί της κρίσης άμεσα ή μέσα στο 2009 λόγω, αυτή τη φορά, της ύφεσης της πραγματικής οικονομίας, της χρεοκοπίας επιχειρήσεων και της αύξησης γενικότερα των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Η κρίση όμως δεν περιορίζεται στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Το κύριο δράμα της κρίσης θα παιχτεί – έχει αρχίσει ήδη - στο πεδίο της λεγόμενης πραγματικής οικονομίας, όπου οι απολύσεις και το κλείσιμο επιχειρήσεων θα είναι πηγή σοβαρής, αύξησης της ανεργίας. Σε γενικές γραμμές, το 2009 προμηνύεται να είναι μια «βάρβαρη χρονιά» για χιλιάδες νοικοκυριά που θα γνωρίσουν την ανεργία και την ανέχεια μέσα στο σπίτι τους.

Αλλά το δράμα δεν τελειώνει ούτε εκεί. Το ισχνό και υποχρηματοδοτούμενο κοινωνικό κράτος δε θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες και η δημοσιονομική κατάσταση θα επιδεινωθεί εξ αιτίας της υστέρησης των εσόδων και της αύξησης του κόστους του δημόσιου δανεισμού.

Η κρίση, επομένως, αυτή θα μετεξελιχθεί σε μια κρίση του κοινωνικού κράτους και σε μια κρίση δημοσιονομική.

Ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση πρέπει να είναι συνολικό και μεσομακροπρόθεσμο, διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος μέτρα που μπορεί να αμβλύνουν μια διάσταση της κρίσης να επιδεινώνουν άλλες. Ως προς την κατεύθυνση, όμως, και το κοινωνικό περιεχόμενο, η έξοδος από την κρίση αυτή δε μπορεί να γίνει στη βάση των επιλογών του παρελθόντος που ευθύνονται για την κρίση, αλλά στη βάση ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης με την πλήρη απασχόληση και τη δίκαιη διανομή του παραγόμενου πλούτου ως δεσμευτικούς του στόχους.

Μια τέτοια στρατηγική, βεβαίως, δε μπορεί να σταθεί από μόνη της, χωρίς μια σύγχρονη και αναβαθμισμένη παραγωγική βάση, συμβατή με τις αρχές της αειφορίας, καθώς και ένα κράτος απελευθερωμένο από τους κομματικούς στρατούς και τα ποικίλα τρωκτικά και αναθεμελιωμένο πάνω σε νέες κοινωνικές βάσεις.

Όμως, το πιο κρίσιμο ερώτημα που αναδεικνύεται δεν είναι πώς θα βγούμε από την κρίση, αλλά ποιες δυνάμεις θα αναλάβουν το έργο αυτό.

Από τη σκοπιά, δηλαδή,  ποιων κοινωνικών δυνάμεων και ποιων αναγκών θα γίνει η ιεράρχηση των προβλημάτων και ο σχεδιασμός των λύσεων; Ποιος θα κάνει τις θυσίες; Ποιος θα καρπωθεί το μέρισμα; Ποιος θα θέσει τις προτεραιότητες και τους κανόνες;

Η έξοδος από την κρίση, λοιπόν, βρίσκεται στις απαντήσεις που θα δοθούν σʼ αυτά τα ερωτήματα. Γιʼ αυτό και δεν υπάρχει μία έξοδος από την κρίση αλλά πολλές. Όπως και ιστορικά βεβαιώνεται.

Αυτός είναι ο λόγος που η κοινωνία και ειδικότερα οι εργαζόμενες τάξεις πρέπει να διεκδικήσουν θέση και ρόλο πρωταγωνιστή σʼ αυτόν το νέο μετα- νεοφιλελεύθερο πολιτικό κύκλο στον οποίον έχουμε μπει,  διότι μόνον αυτές μπορούν να εγγυηθούν μια έξοδο από την κρίση που θα εκφράσει τις ανάγκες των πολλών και όχι την ιδιοτέλεια των ολίγων. Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας, οι νέοι της επισφαλούς απασχόλησης, όλοι όσοι θέλουν να ζουν παραγωγικά και όχι παρασιτικά, με πλήρη απασχόληση και όχι ευκαιριακή, αυτοί έχουν κίνητρο αλλά και ανάγκη για μια Ελλάδα που παράγει και δημιουργεί και άρα μπορούν να αναλάβουν ρόλο και μάλιστα αποφασιστικό για την επίτευξη ενός τέτοιου στόχου.

Ο κόσμος της γνώσης, των δημόσιων αγαθών και των κοινωνικών λειτουργημάτων, δεν είναι μόνο μισθωτοί αλλά και λειτουργοί. Έχουν κάθε κίνητρο αλλά και ανάγκη, αυτό που κάνουν να το κάνουν σωστά, η δουλειά τους να μη γίνεται εμπόρευμα αλλά να λειτουργεί ως κοινωνικό αγαθό προσιτό σε όλους όσους το έχουν ανάγκη. 

Αυτοί είναι ορισμένοι από τους λόγους που ο κόσμος της μισθωτής εργασίας, της γνώσης και των λειτουργημάτων, της αυτοαπασχόλησης, των εργαζόμενων αγροτών και γενικά της μικροπαραγωγής, μπορούν να γίνουν οι πυλώνες της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, που δεν είναι μόνο αριθμητικά μεγάλη, αλλά έχει τη δύναμη, το κίνητρο και την ανάγκη να στηρίξει και να αγωνισθεί, να κάνει ακόμη και θυσίες, αν χρειαστεί, για να υπάρξει μια προοδευτική διέξοδος από την κρίση.

 Οι εργαζόμενες τάξεις, επομένως, πρέπει ασφαλώς να υπερασπιστούν το εισόδημά τους, να αντισταθούν σε προσπάθειες που θα γίνουν για να πληρώσουν αυτές τα βάρη μιας κρίσης για την οποία δεν έχουν οι ίδιες την ευθύνη.

Όμως, δεν πρέπει να περιοριστούν σʼ αυτό. Πρέπει να διεκδικήσουν ρόλο ουσιαστικό, να βάλουν τη σφραγίδα τους όχι μόνο στη διαχείριση του παρόντος αλλά και στη διαμόρφωση του μέλλοντος.